δὲν ἔχω ἄλλη ἀθωότητα
οὔτε ἀντίσταση ἄλλη
μόνο ὑγρὰ μάτια
τσακισμένη ψυχὴ
Συντάσσω δακρυσμένους στίχους
συνεχῶς
φωτογραφίζω τὸ φεγγάρι
ἰσιώνω τὶς παλιὲς πτυχώσεις μου
ὅπως πωλητὴς στὸν πλειστηριασμὸ παλιῶν ἀντικειμένων
γυαλίζει καί ἰσιώνει τὰ μεταχειρισμένα του
Σὰν λάμπα βουτῶ στὸ σκοτάδι
στὸ ἱκευτήριο δάκρυ πού κυλᾶ
σκοτάδι βρίσκω πάλι
Ἡ φωνὴ μου φυσημένο σπίρτο σβήνει
γρυλίζει βαθιὰ μέσα στὸ λαρύγγι μου
τὸν ἴλιγγο τῆς πτώσης μου
Μιὰ χειροπιαστὴ ἀκατανίκητη
σιωπὴ ἀναδύεται
τοὺς ἁρμούς μου τρίζει
μιμεῖται πολὺ καλὰ τον ἦχο ποὺ κάνει
ἡ ψυχή ἀπὸ τὴν ἀβάσταχτη ἐγκατάλειψη
πουθενὰ κανεὶς
οὔτε στὴν κάμαρη
οὔτε στὴν καρδιὰ
δὲν ἔχω ἄλλη ἀθωότητα ξοδεύτηκε
ξοδεύτηκα κι ἐγὼ
ρηχὲς ἐπισκοπήσεις περασμένων μόνο
ζωντανεύουν ἐρημιὲς
Ἀνάμεσα στο ἀκανόνιστο πέρασμα
ἄδειων δευτερολέπτων
σὰν μουσκεμένο ψωμὶ
μὲ δειλὴ συγκατάβαση
διαλύομαι
μὲ διάφανο ἀνθισμένο χαμόγελο
σὲ ἐλπίδες ἀστόλιστες κλαμένες
διαψεύδω τὴ ζωὴ μου
μὲ μοναξιά ζυμώνω τὸ αὔριο
Γιάννης Μασμανίδης